επιτυχημένων, εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεωνˑ καταχρηστικά το όλο εγχείρημα ονομάστηκε «ανθρωπιστική» προσέγγιση της παιδείας!
Εν σχέσει με το βιωματικό στοιχείο αναφύεται το εξής ερώτημα: αλήθεια, ποιος πολίτης, ο οποίος επιζητεί την αριστεία ως προσωπική στάση ζωής και κατάκτηση, θα είχε επικαλεσθεί την ατομική και συλλογική αδυναμία κατανόησης των συνθετών πολιτικών και οικονομικών σχέσεων στο διεθνές σύστημα, ως άλλοθι των λανθασμένων του πολιτικών επιλογών (ψευδαισθήσεις); Λογικά κάποιος, τον οποίο θα τον «βάρυνε» το «όνειδος» της αριστείας, να είχε περισσότερες δυνατότητες να κατανοήσει πληρέστερα τις βασικές πτυχές του ελληνικού προβλήματος και των επαγόμενων δυνατοτήτων υπερκέρασης της κρίσης. Ακολούθως και συναφώς, η τυχόν αδυναμία του, να τις κατανοήσει, θα τον οδηγούσε μάλλον στην παραίτηση από τον θώκο τον οποίο κατέχει, ως μία πράξη σύμφωνη με τις πεποιθήσεις ενός ατόμου που όταν αποτυγχάνει αναλαμβάνει τις ευθύνες του. Στην ελληνική περίπτωση ούτε το πρώτο αποτέλεσε πρόβλημα, ούτε το δεύτερο εντάσσεται -πλειοψηφικά- στην προσωπική ή συλλογική ηθική του κυβερνητικού συνασπισμού.
Στα δυόμισι χρόνια της παρούσας κυβέρνησης γίνεται όλο και πιο εμφανής η συσχέτισή της με την μετριότητα, ως πολιτική πρακτική και στόχευση. Σ΄ αυτό το πλαίσιο η απόφαση για την ανάδειξη των σημαιοφόρων στις παρελάσεις των δημοτικών σχολείων μέσω κληρώσεως -υπό άλλες συνθήκες θα ήταν οι κατάργησή τους- απορρέει ως συνέπεια αυτού που επιτρέπει η διαιώνιση της παρούσας συγκυβέρνησης και των επιθυμιών ή των πεπραγμένων που αναθυμάται καθετί, συλλογικό ή ατομικό, που ψυχορραγεί.
Το πρόσφατα ψηφισθέν νομοσχέδιο, για την τριτοβάθμια παιδεία, επ' ουδενί λόγω δεν επιδίωξε, ως όφειλε, την ευρύτερη συναίνεση. Η όλη διαδικασία ήταν ευθύς εξ' αρχής μία αξίωση ιδεολογικής επιβολής μίας κυβέρνησης, η οποία βρίσκεται σε φάση επιταχυνόμενης αποδόμησης. Οι συνεχείς δηλώσεις των κυβερνητικών στελεχών στόχο έχουν να συσπειρώσουν το στενότερο κομματικό ακροατήριο, διακηρύσσοντας κάποιες από τις πάγιες αριστερές ιδεοληψίες, ψηφοθηρικά χρήσιμες αλλά άκαιρες για τις παρούσες ανάγκες της χώρας και αντίθετες, εν πολλοίς, με τις επιθυμίες της κοινωνίας.
Η εμπέδωση της τυχαιότητας, έναντι της αιτιότητας, ως στοιχείο του συλλογικού μας βίου επιτρέπει την ανατίμηση της μετριότητας ως πολιτικής σταθεράς. Το ερώτημα είναι βασανιστικό, για όσους τουλάχιστον έχουν την αγωνία να θέτουν τέτοιους προβληματισμούς: σε ποια κατάσταση θα βρισκόμαστε μετά από 30 ή 50 χρόνια και τι πιθανότητες έχουμε να επιβιώσουμε, στο πλαίσιο ενός διεθνούς συστήματος εξελισσομένου διαμετρικά αντίθετα με τις πάγιες αριστερές δοξασίες, ως ένα συλλογικό υποκείμενο δημογραφικά φθινουσών μετριοτήτων;
Χρήστος Ζιώγας