Ψευδομαρτύρησαν μάρτυρας και δύο αστυνομικοί
Δύο αστυνομικοί που συμμετείχαν στη δεύτερη αυτοψία στον τόπο του εγκλήματος, η οποία διενεργήθηκε στις 21 Δεκεμβρίου 2008, και με βάση την οποία συντάχθηκε η τελική έκθεση αυτοψίας, και μια γυναίκα που φέρεται ως αυτόπτης μάρτυρας να τους υποδεικνύει τη θέση του θύματος, αποδείχθηκε χθες με τον πλέον πανηγυρικό τρόπο, στη δίκη των δύο ειδικών φρουρών, ότι ψευδομαρτύρησαν ενώπιον του δικαστηρίου θέλοντας να καλύψουν τον πραγματικό τους ρόλο στην υπόθεση.
Εναν ύποπτο ρόλο, ο οποίος είχε καταγγελθεί κατά τη διάρκεια της δίκης τόσο από την πολιτική αγωγή όσο και από την υπεράσπιση, έχοντας όμως η κάθε πλευρά εκ διαμέτρου αντίθετη εκτίμηση για τη σκοπιμότητα που κρύβει η συμπεριφορά τους.
Υπενθυμίζεται ότι οι αστυνομικοί για τους οποίους πρόκειται, Κ. Κουζέλης και Δ. Μηνούδης, είχαν κατά την αυτοψία καθορίσει το σημείο που βρισκόταν το θύμα επικαλούμενοι τη μαρτυρία της Αντας Τζιορμπατζούδη εμφανίζοντάς την τότε στον ανακριτή ως αγνώστων στοιχείων.
Στο ακροατήριο όμως αποδείχθηκε ότι η γυναίκα ήταν γνωστή του αστυνομικού Μηνούδη και δεν είχε ζητήσει να διαφυλαχθούν τα στοιχεία της ταυτότητάς της. Η ίδια, μάλιστα, αρνήθηκε καταθέτοντας ότι είχε υποδείξει το σημείο που τελικά κρίθηκε ως πιθανότερη θέση του θύματος.
Τότε ο Αλ. Κούγιας, συνήγορος του Επαμ. Κορκονέα, κατήγγειλε ότι οι τρεις αυτοί άνθρωποι σε συνεργασία με τον τεχνικό σύμβουλο της οικογένειας του θύματος «έστησαν» την αυτοψία για να διωχθεί ο πελάτης του για κακούργημα.
Ο εισαγγελέας της έδρας μάλιστα είχε ζητήσει να γίνει άρση του τηλεφωνικού απορρήτου του αστυνομικού Δ. Μηνούδη και της μάρτυρα, καθώς οι δυο τους υποστήριζαν ότι είχαν μόνο μια τηλεφωνική επικοινωνία την ημέρα της δεύτερης αυτοψίας, με πρωτοβουλία της Αντας Τζιορμπατζούδη.
Κι όπως αποδείχθηκε χθες, που διαβιβάστηκαν στο Δικαστήριο τα στοιχεία από την άρση, ανάμεσα στον αστυνομικό και τη γυναίκα είχαν γίνει δέκα τηλεφωνικές επικοινωνίες διάρκειας 13,5 λεπτών. Μάλιστα οι δύο πρώτες επικοινωνίες σημειώθηκαν τα μεσάνυχτα της δολοφονίας του 15χρονου, στις 12.16 και στις 12.29 της 7ης Δεκεμβρίου, με πρωτοβουλία του αστυνομικού. Ενώ και την ημέρα της αυτοψίας της 21ης Δεκεμβρίου συνομίλησαν τηλεφωνικά μεταξύ τους άλλες οκτώ φορές. Στον ανακριτή όμως που παρευρίσκετο στον τόπο της αυτοψίας ο αστυνομικός είχε πει ότι η γυναίκα που είναι κάτοικος Εξαρχείων ήταν άγνωστη σ' αυτόν και ότι η ίδια είχε επικοινωνήσει μία φορά μαζί του όπου ως αυτόπτης μάρτυρας υπέδειξε στον προϊστάμενό του, Κ. Κουζέλη, το σημείο όπου βρισκόταν το θύμα όταν βλήθηκε.
Κούγιας: «Οι υποψίες μας έγιναν βεβαιότητα. Η νεότερη έκθεση αυτοψίας, με την οποία έγινε η κατηγορία, είναι κατασκευασμένη. Να ασκηθεί ποινική δίωξη σε βάρος των αστυνομικών και της μάρτυρα αλλά και του τεχνικού συμβούλου της οικογένειας του θύματος, Γ. Ραφτογιάννη, που ήταν παρών για κατάχρηση εξουσίας». Μάλιστα ο συνήγορος του Επαμ. Κορκονέα ζήτησε από το δικαστήριο τη βίαιη προσαγωγή των τριών πρώτων για να εξετασθούν εκ νέου αλλά και την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου των τότε συνηγόρων της οικογένειας του Αλέξανδρου καθώς και της μητέρας του κας Τσαλικιάν, καθώς θεωρεί ότι εμπλέκονται στο «στήσιμο της υπόθεσης».
«Εξαπάτησαν τον ιατροδικαστή και τον ανακριτή αλλάζοντας εντελώς τις συνθήκες, τη θέση θύματος, τη θέση δράστη και το σημείο εποστρακισμού, με αποτέλεσμα να ασκηθεί ποινική δίωξη για κακούργημα», υποστήριξε ο Αλ. Κούγιας στο δικαστήριο που είχε μείνει «εμβρόντητο» από αυτή την εξέλιξη.